Καθώς ήδη αναφέραμεν, ολόκληρος η περίοδος της Παλαιάς Διαθήκης είναι περίοδος προσμονής του «σπέρματος της γυναικός» (Γένεση 3,15).
Ο Προφήτης Ησαΐας λαμβάνει εντολήν από τον Θεόν να ομιλήση εις τον Άχαζ, τον Βασιλέα των Ιουδαίων, και να του είπη να προφυλαχθή, χωρίς όμως να φοβηθή δια την επίθεσιν εναντίον της Ιερουσαλήμ εκ μέρους των Βασιλέων Φακεέ και Ρασείμ.
«Όταν γαρ οργή του θυμού μου γένηται, πάλιν ιάσομαι», όταν η δικαία οργή του θυμού μου πραγματοποιηθή, εγώ πάλιν θα σάς προστατεύσω, λέγει ο Θεός (Ησαΐας 7,4).
Κατ’ εντολήν του Θεού, ο Προφήτης λέγει εις τον Άχαζ ότι ημπορεί να ζητήση «σημείον παρά Κυρίου Θεού σου εις βάθος η εις ύψος», θαυματουργικήν, δηλαδή, απόδειξιν, είτε εις τα βάθη της γης είτε και εις τα ύψη των ουρανών, δια να βεβαιωθή δια την αλήθειαν του προφητικού λόγου (Ησαΐας 7,10-11).
«Ο Άχαζ απήντησε:
Δεν θα ζητήσω (τέτοιο Θαύμα), ούτε θα εκπειράξω τον Κύριον.
Τότε ο Προφήτης είπε:
Ακούσατε, λοιπόν, σεις οι ανήκοντες εις τον οίκον Λαυΐδ, είναι μικρόν πράγμα να παρέχετε αφορμάς εις ανθρώπους; Πώς, λοιπόν, τολμάτε να στενοχωρήτε τον Κύριον; Δια τούτο θα δώση ο ίδιος ο Κύριος σημείον: Ιδού η Παρθένος εν γαστρί έξει, και τέξεται υιόν, και καλέσεις το όνομα αυτού Εμμανουήλ, δηλαδή μεθ’ ημών ο Θεός» (Ησαΐας 7,12-14).
Το νόημα τον «σημείου» αυτού έχει, βεβαίως, διπλήν έννοιαν. Ο Θεός αναγγέλλει δια του τρόπου αυτού την σωτηρίαν της Ιερουσαλήμ και την τιμωρίαν των εχθρών της, όμως, ταυτοχρόνως, μαρτυρεί δια το πρόσωπον της Θεοτόκου, της μητρός του Κυρίου και Σωτήρος του νέου λαού του Θεού, της νέας Ιερουσαλήμ.
«Τούτο δε όλον γέγονεν», «όλα αυτά έγιναν, δια να εκπληρωθή εκείνο, το οποίον ελέχθη από τον Κύριον δια του Προφήτου. Ιδού η Παρθένος θα συλλαβή και θα γέννηση υιόν και θα τον ονομάσουν Εμμανουήλ, το οποίον μεταφραζόμενον σημαίνει: Μαζί μας είναι ο Θεός», λέγει ο Άγγελος Κυρίου εις τον δίκαιον Ιωσήφ, ο οποίος ησθάνθη αμφιβολίας λόγω της εγκυμοσύνης της Παρθένου Μαρίας (Ματθαίος 1,21-23).
Η γυναίκα, λοιπόν, δια την οποίαν ομιλεί ο Θεός εις τους πρωτοπλάστους (Γεν. 3,15) και εις τον βασιλέα Άχαζ, είναι η Παρθένος Μαρία (Παράβαλλε Και Ησαΐας 9,1-2. Ματθαίος 4,14-16. Μιχ. 5,2).
Δια την Θεοτόκον Μαρίαν ομιλεί και εις πολλά άλλα σημεία ο προφητικός λόγος της Παλαιάς Διαθήκης. Εδώ αναφέρομεν ένα ακόμη απόσπασμα από τον προφήτην Ιεζεκιήλ, το οποίον προφητεύει το αειπάρθενον της Θεοτόκου.
«Και με έφερε πάλιν εις την οδόν της Εξωτερικής Πύλης, η οποία οδηγεί εις τα Άγια, η οποία βλέπει προς ανατολάς, αλλά ήτο κεκλεισμένη. Και ο Κύριος μου είπε:
Η πύλη αυτή θα μείνη κλειστή, δεν θα ανοιχθή και κανείς δεν θα διέλθη δια μέσου αυτής, διότι ο Κύριος ο Θεός του Ισραήλ θα εισέλθη δι’ αυτής και θα μείνη κλειστή. Διότι ο άρχων, αυτός θα καθίση εις αυτήν δια να φάγη άρτον ενώπιον του Κυρίου. Θα εισέλθη από την στοάν της πύλης και δια της ιδίας πάλιν οδού θα εξέλθη» (Ιεζ. 44,1-3).
Πρόκειται και πάλιν δια την αειπάρθενον Θεοτόκον. Αυτή είναι η Πύλη, η οποία και προ της γεννήσεως του Κυρίου και κατά την γέννησιν αλλά και μετά από αυτήν, έμεινε κλειστή και κανείς δεν διήλθε δι’ αυτής. Δι’ αυτό και ο ύμνος της Εκκλησίας μας αναφέρει:
«Χαίρε, Πύλη μόνη, ην ο Λόγος διώδευσε μόνος, η μοχλούς και Πύλας Άδου, Δέσποινα, τω τόκω σου συντρίψασα’ Χαίρε, η θεία είσοδος των σωζόμενων, Πανύμνητε».
Η Παρθένος Μαρία έμεινε, συμφώνως προς τον Προφητικόν λόγον, Παρθένος και προ της γεννήσεως και κατά την γέννησιν και μετά από αυτήν (Ιδέ και Λουκάς 1,26-38. Ματθαίος 1,18-25). Δι’ αυτό και εικονίζεται με τρία αστέρια εις την κεφαλήν και τους ώμους, δια να συμβολίζουν αυτήν την τριπλήν Παρθενίαν της.
Εφόδιον Ορθοδοξίας, greekpress.gr